ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Έλληνας από τη μητέρα του και Γάλλος από τον πατέρα του, ο Joseph Valest γεννήθηκε περί το 1790. Τον έφερε στην Καλαμάτα ο Υψηλάντης, για να δημιουργήσει και να εκπαιδεύσει τον πρώτο τακτικό στρατό, με τον οποίο απέτρεψε την απόβαση των Τούρκων στην Μεσσηνία. Στα διάφορα ιστορικά κείμενα ο Valest αναφέρεται ως Βαλέστας, Βαλέσιος, Βαλέντο, Βαλέστρας, Βαλές, Βρες, Βαλεστά, Μπαλέστρα, Μπαλέσα, Παλέση.
Ο VALEST ΣΤΗΝ ΚΑΛΑΜΑΤΑ
Ο Γάλλος φιλέλληνας Pouqueville, περιηγητής και συγγραφέας αναφερόμενος στον Valest, έγραψε: «Σπουδαιοτέρα όμως απόκτησις δια τούς ‘Ελληνας υπήρξε ο Κ. Βαλέστος, αξιωματικός μεγίστης αξίας. Εγεννήθη εν Μασσαλία υπηρετήσας δε επι δεκαετίαν υπό τας σημαίας ημών απεσύρθη παρά τώ πατρί αυτού, όστις είχεν εμπορικόν κατάστημα εν Χανίοις της νήσου Κρήτης, ένθα έμαθε την εγχώριον γλώσσαν και γνώρισε τας δυστυχίας των αναξιοπαθούντων Χριστιανών».
«Όσο για τον Παλέση, που’ φτιαξε στην Καλαμάτα τον πρώτο ταχτικό στρατό, η πολιτεία κρατάει ζεστή κι άσβηστη τη μνήμη του. Είχε, λέν, περετήσει στον στρατό του Ναπολέοντα, ήξερε καλά τα γαλλικά στρατιωτικά γυμνάσια, είχε μεγάλη εμπειρία στα πολεμικά. Κ’ είταν αψηλός σα λελέκι, μ’ αρρενωπό παράστημα, αδρά χαρακτηριστικά, όμορφος, καταδεχτικός, σκυλί στη δουλειά του. Στην Καλαμάτα τον έφερε το Θεριστή τον 1821 μαζί με κάμποσους ιερολοχίτες που’ χε στρατολογήσει πρί στην ‘Υδρα, και τον έλληνα αξιωματικό Πανάγο Παρασκευά, ένα υδραίϊκο τρεχαντήρι. Οι καλαματιανές κεφαλές τον δέχτηκαν μετά χαράς, άνοιξαν διάπλατα τις θύρες των κονακιών τους, γι’αυτόν και τους στρατιώτες του, του’ δοκαν ζαερέ και γρόσα, πύκνωσαν και τις φάλαγγες των μαυροφόρων του μ’ αμούστακα κι άλλα παλικάρια: Μεσσήνιους, μανιάτες, πισινοχωρίτες. Αργότερα ήρθε κι ο Υψηλάντες καταφαρμακωμένος απ’ τη στάση της Γερουσίας απέναντί του στα Βέρβαινα και κόνεψε με το Φιλήμονα – το γραμματικό του – στ’ αρχοντικό του Καμαρινού Δουκάκη, σιμά στο κάστρο. Έφερε μαζί του και καμπόσους μαυροφόρους, πού αποτελούσαν τη σωματοφυλακή του κ’ έτσι αυγάτησε το ταχτικό στράτεμα του Παλέση. Οι καλαματιανοί κάναν τότες μεγάλο χάζι με τούς μαυροφόρους καταπώς παρέλαυναν καθημερινά απ’ την αγορά και τούς κεντρικούς δρόμους της πολιτείας. Η στολή τούς είταν φράγκικη. Τσόχινο ιμάτιο, πάνινο παντελόνι, σκούφια στην κεφαλή – όλα μαύρα του κοράκου.
Ντουφέκι και λόγχη – τα όπλα τους. Άλλα χατζάρια, δαμασκιά και τα τέτια δεν βαστούσαν. Περνούσαν και τούς καμάρωναν και δε βαρυγκομούσαν για τα δοσίματα πού δίναν για τη συντήρησή τους, για ταΐνι, για καπνό, για ντύσιμο-ξέχωρα τα χάρτζια και τ’ άλλα έξοδα. Για όσο καιρό έμεινε στην πολιτεία το σώμα των μαυροφόρων, στάθηκε κι ακοίμητος βιγλάτορας της – εξόν που η παρουσία του κρατούσε ψηλά το ηθικό των λευτερωμένων καλαματιανών κι αύξαινε την πίστη τους στην επιτυχία του Αγώνα» (Αναπλιώτης, σ. 288-289).
Ο τακτικός στρατός, με προσωπική φροντίδα τον Υψηλάντη ενισχυόταν, σε κάθε ευκαιρία, από ευρωπαίους φιλέλληνες εθελοντές και από ‘Έλληνες, κυρίως νησιώτες.
«Παρατηρούντες δε ότι, όσοι φιλέλληνες και ομογενείς έρχονται από την Ευρώπην και την Τουρκίαν να συναγωνισθώσι καθώς και όσοι από τας νήσους τον Αιγαίον και από τ’ άλλα μέρη της Ελλάδος, προς τον Υψηλάντην απευθύνονται και κατατάσσονται υπό τας σημαίας του, και πολλοί εξ αυτών μεταβαίνουσι κατά προτροπήν του εις Καλαμάταν, όπου διδάσκονται την παραδεδεγμένην, καθ’ όλην την Ευρώπην, τάξιν του πολεμείν και γυμνάζονται εις αυτήν από τον φιλέλληνα ή μάλλον ειπείν, από τον Έλληνα Βαλέστα». (Σπηλιάδης, σ. 214-215)
Κάτω από δυσμενείς συνθήκες ο Valest εντόπισε όλα τα ευάλωτα σημεία της πόλης, στρατολόγησε κάθε μάχιμο άνδρα από την ευρύτερη περιοχή και με πυρήνα τους λίγους Υδραίους ιερολοχίτες και τους φιλέλληνες που έφερε από το νησί, συγκρότησε την πρώτη μονάδα του Ελληνικού τακτικού στρατού από 250 άνδρες.
Η εμφάνιση τον τούρκικού στόλου έξω από την Καλαμάτα και ο ρόλος του VALEST
«Η εμφάνιση του Οθωμανικού στόλου τρομοκράτησε τους απόλεμους Μεσσηνίους κι όταν, το απόγευμα της 26/7ης Σεπτεμβρίου δώδεκα καράβια, βοηθούμενα από ούριο άνεμο, μπήκαν στον κόλπο της Καλαμάτας, ο κόσμος έφυγε, ο στρατιωτικός αρχηγός έσπευσε να κρυφτεί στα βουνά κι ο εχθρός, αν δεν υπήρχεν η αποφασιστικότητα ενός ξένου, θα αποβιβαζόταν ανεμπόδιστα» (Gordon, σ. 84).
Ο Valest παρέταξε τους Έλληνες υπερασπιστές της ελεύθερης Καλαμάτας σε διάταξη μάχης και κατά τρόπον που να φαίνονται από τα τουρκικά καράβια πολλαπλάσιοι.
Έδωσε διαταγή στους στρατιώτες να μετακινούνται συνεχώς οργανωμένα, κατά μήκος της ακτογραμμής. Οι μπαλοθιές τα τύμπανα και οι σάλπιγγες ηχούσαν
«Το πρωί της 27/8ης, μία Αιγυπτιακή φρεγάτα, μία σκούνα και οκτώ κορβέτες και μπρίκια, πλησίασαν ξανά σε απόσταση βολής, μα μπρος στην ετοιμότητα τον Βαλεστά να εμποδίσει την απόβαση, ανάστρεψαν πλώρη κι’ απομακρύνθηκαν. Ο ιστορικός Βυζάντιος αποδίδει την ματαίωση της απόβασης στην άρνηση των Γεννιτσάρων ν’ αποβιβαστούν φοβούμενοι τον τακτικό στρατό. Με αυτό το στρατήγημα ο Βαλέστ κέρδισε τη μάχη της Καλαμάτας και ματαίωσε την απόφαση των Τούρκων. Και ασφαλώς η καλύτερη μάχη είναι αυτή που δεν δόθηκε ποτέ….» (Gordon ό.π.).
Ο ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΤΡΙΚΟΥΠΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ VALEST
«Ο δε εχθρικός στόλος, αφ’ ου ετροφοδότησε την Κορώνην, έπλευσε την αυτήν ημέραν εις Καλαμάταν. Φόβος μέγας κατέλαβε τούς εν τη πόλει εκείνη, και υπό του κράτος του φόβου εφόνευσαν τούς πλείστούς των επί της κυριεύσεως της Καλαμάτας παραδοθέντων 60 περίπου Τούρκων επί προφάσει μη λάβωσι και ούτοι όπλα επί της αφίξεως των συναδελφών των. Προ τινών ημερών ωργανίζετο εκεί τακτικόν σώμα συστηθέν κατά πρώτον εν Βερβένοις υπό την προστασίαν τον Υψηλάντου δι’ ών έφερεν από Τεργέστης οπλισμών και δι’ ων εχορήγησεν ολίγων χρημάτων. Το πλείστον δε μέρος του τακτικού τούτου σώματος συνίστατο εκ προσφύγων Κυδωνιέων, εγυμνάζετο παρά του Γουβερνάτου Ιταλού, είχεν αξιωματικούς Έλληνας και φιλέλληνας, και διετέλει υπό τον Βαλέστον διορισθέντα παρά του Υψηλάντου συνταγματάρχην. Ο συνταγματάρχης ούτος, Γάλλος το γένος, υπηρέτησε την πατρίδα του στρατιωτικώς μέχρι της ειρήνης τον 1814.
Έκτοτε μετέβη εις την Κρήτην όπου έμεινεν εξ έτη πλησίον του πατρός του μετερχομένού το εμπόριον. Εντεύθεν έλαβεν αφορμήν να λαλή την Ελληνικήν γλώσσαν και να γνωρίζη και τα Ελληνικά ήθη, δι’αυτήν δε την αιτίαν και έτι μάλλον δια τας στρατιωτικάς και κοινωνικάς αρετάς του ευδοκίμησεν αγαπώμενος παρά πάντων και τιμώμενος.
Ευρίσκετο δε κατά περίστασιν ο ανήρ ούτος εν Τεργέστη επί της εκείθεν εις Ελλάδα καταβάσεως του Υψηλάντου, και τον ηκολούθησεν ως συναγωνιστής του. Καθ’ ην δε ημέραν εισέπλευσεν ο εχθρικός στόλος εις Καλαμάταν είχε μόλις 250 στρατιώτας και αυτούς αρχαρίους, αλλά και μετά τόσων ολίγων και τόσον αγυμνάστων δεν εδίστασε να παραταχθή αφόβως επί της παραλίας κατέμπροσθεν του εχθρού μελετώντος απόβασιν.
Είχε δε και δύο κανόνια και συμβοηθούς μίαν εκατοστύν Μανιατών και εντοπίων. Την ηκολούθον αυγήν επλησίασαν προς την ξηράν πλοία τινά του στόλου δια την μελετωμένην απόβασιν. Αλλ’ οι Τούρκοι ιδόντες την τάξιν του σώματος τούτου, ακούσαντες και τον ήχον των στρατιωτικών σαλπίγκων, αγνοούντες ίσως και τον μικρόν αριθμόν του ανεχώρησαν άπρακτοι» (Τρικούπης, 77-78).
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ VALEST
Ο Valest αιχμαλωτίζεται και αποκεφαλίζεται από τους Τούρκους στην Κρήτη στις 14 Απριλίου 1821. Το κεφάλι του στάλθηκε δώρο στον καπουδάν-πασσά Καρά Αλή, εκείνου που έκανε την απόπειρα απόβασης στην Καλαμάτα τον Αύγουστο του 1821 και βρισκόταν τον Ιούνιο του 1822 στη Χίο, επικεφαλής του στόλου που έκαψε το νησί. Όταν ο Κανάρης ανατίναξε την τουρκική ναυαρχίδα, πάνω στα κατάρτια της ήταν κρεμασμένα κορμιά Ελλήνων καθώς και το κεφάλι και το δεξί χέρι του Valest (Φωτιάδης, 1960, 149).
ΠΗΓΕΣ
Αναπλιώτης, Γ., 1963, Η Καλαμάτα στο χορό της Ιστορίας, Αθήνα, Δίρφος
Κουμάντος, Π., 2013, Στα βήματα του Ιωσήφ Βαλέστ, Καλαμάτα, Ιδιωτική έκδοση
Σπηλιάδης, Ν., 1972, Απομνημονεύματα δια να χρησιμεύσουσι εις την νέαν ελληνικήν ιστορία 1821-1843, Αθήνα, Καραβίας
Τρικούπης, Σ., 1994, Ιστορία της ελληνικής επαναστάσεως, Αθήνα, Λιβάνης
Φωτιάδης, Δ., 1960, Κανάρης, Αθήνα, Πολιτικές & Λογοτεχνικές Εκδόσεις
Gordon, Th. Sir, 2015, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, Αθήνα, ΜΙΕΤ
Έρευνα—Επιμέλεια—Μετάφραση:
Κάλλια Ταβουλάρη